ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ



Η συνάντηση του Χριστού με τη Σαμαρείτιδα


                  Γεώργιος Ι. Μαντζαρίδης, Ομότιμος Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.


Η συνάντηση με τον Χριστό εκπλήσσει τον άνθρωπο. Και η έκπληξη αυτή δεν είναι ανεξήγητη ούτε παράλογη. Είναι δικαιολογημένη και λογική· είναι έκπληξη που δημιουργείται από την συνάντηση του σχετικού με το απόλυτο, του χρονικού με το αιώνιο, του κοσμικού με το θείο. Όποιος δεν αισθάνθηκε έκπληξη από την συνάντησή του με τον Χριστό, οφείλει να διερωτηθεί, αν όντως συνάντησε τον Χριστό, αν ένιωσε πραγματικά την παρουσία του ως Θεανθρώπου.

Όταν ο άνθρωπος που υπόκειται στους περιορισμούς της κτιστότητας συναντιέται με τον Κύριο της κτίσεως, όταν το δημιούργημα αντικρύζει τον Δημιουργό του, προκύπτουν ασύμμετρες σχέσεις και δημιουργούνται απροσδόκητες εκπλήξεις.
Και οι εκπλήξεις αυτές γίνονται συγκλονιστικότερες, όταν ο Δημιουργός ταπεινώνεται μπροστά στο δημιούργημά του, το σέβεται και προσφέρεται να το υπηρετήσει.
Οι εκπλήξεις μάλιστα εδώ δεν περιορίζονται στην γενικότερη φύση των πραγμάτων, αλλά εισέρχονται συχνά και στις λεπτομέρειές τους.



Στην συνάντηση του Χριστού με την Σαμαρείτιδα, που έγινε στο φρέαρ του Ιακώβ, πρώτη έκπληξη είναι η ίδια η συνάντηση και ακολούθως η σύναψη διαλόγου μεταξύ τους.

Ο Χριστός απευθύνεται στην Σαμαρείτιδα και ζητάει νερό για να πιεί.
Αυτή εκπλήσσεται και ρωτάει: «Πως εσύ, που είσαι Ιουδαίος, ζητάς να πιείς νερό από εμένα, που είμαι Σαμαρείτιδα; Διότι δεν επικοινωνούν οι Ιουδαίοι με τους Σαμαρείτες» [1].
Η έκπληξη είναι διπλή η ακριβέστερα πολλαπλή.
Πως ένας Ιουδαίος, ο Ιησούς, διαλέγεται με άνθρωπο από την Σαμάρεια;
Αλλά και πως απευθύνεται σε μία γυναίκα, και μάλιστα διαβεβλημένη, όπως καλώς ο ίδιος γνωρίζει; Και τέλος, το σπουδαιότερο, πως διαλέγεται θεολογικά και αποκαλύπτει στην γυναίκα αυτήν την υψηλότερη και βαθύτερη αλήθεια του μεσσιανικού του κηρύγματος;

Κάθε έκπληξη που δοκιμάζει ο άνθρωπος προέρχεται από την συνάντησή του με κάτι καινούργιο, με κάτι απροσδόκητο· οφείλεται στην αντιμετώπιση κάποιας νέας πραγματικότητας, κάποιας πρωτόγνωρης περιοχής, κάποιου απροσδόκητου γεγονότος η κάποιας άγνωστης αλήθειας, που ως τότε αγνοούσε η αδυνατούσε και να φανταστεί. Οφείλεται δηλαδή σε κάποια αποκάλυψη.
Αυτό παρατηρούμε και στην περίπτωση που εξετάζουμε.

Η Σαμαρείτιδα εκπλήσσεται από την εμφάνιση ενός Ιουδαίου, που παραμερίζει τους ρατσιστικούς φραγμούς της ακοινωνησίας με την φυλή της και διαλέγεται μαζί της· ζητάει νερό για να πιεί.
Και πριν ακόμα συνέλθει από την έκπληξη αυτή, δοκιμάζει μία νέα έκπληξη ακόμα μεγαλύτερη, αλλά και πιο παράξενη.
Ακούει ότι αυτός που ζητάει το νερό μπορεί να της προσφέρει ο ίδιος «ύδωρ ζων» [2].
Γι’αυτό δικαιολογημένα η Σαμαρείτιδα λέει: «Κύριε, δοχείο δεν έχεις και το πηγάδι είναι βαθύ· από που τάχα έχεις το ύδωρ το ζων; Μήπως είσαι μεγαλύτερος από τον πατέρα μας Ιακώβ, που μας έδωσε το πηγάδι και ήπιε από αυτό και ο ίδιος και τα παιδιά του και τα ζωντανά του» [3];

Ο Ιησούς δεν απαντά, αν είναι μεγαλύτερος από τον Ιακώβ.
Δεν προτάσσει την αυθεντία του.
Σέβεται την ελευθερία της Σαμαρείτιδας και την αφήνει να βρεί μόνη της την απάντηση στο ερώτημα που κάνει. 

Αυτήν άλλωστε την τακτική ακολούθησε ο Ιησούς και γενικότερα κατά την επίγεια δράση του. 

Έτσι ρώτησε και τους Αποστόλους : «Τίνα με λεγουσιν οι άνθρωποι είναι τον Υιόν του ανθρώπου;…Υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;» [4].

Ήδη όμως ο Κύριος με το «ζων ύδωρ» μετακινεί το επίπεδο της συζητήσεως.
«Ύδωρ ζων» είναι το τρεχούμενο νερό. Το νερό του πηγαδιού δεν είναι τρεχούμενο.
Επομένως δεν είναι «ύδωρ ζων».
 Παρά ταύτα η Σαμαρείτιδα δεν φαίνεται να καταλαβαίνει την μετακίνηση που έγινε, ούτε πηγαίνει ο νούς της σε κάποιο άλλο τρεχούμενο νερό. Κινείται στο συνηθισμένο δικό της επίπεδο. Σκέφτεται ακόμα το νερό που πήγε να αντλήσει από το πηγάδι και εξακλουθεί να απορεί. Αλλά και αν σκεφτόταν κάποιο τρεχούμενο νερό, πάλι δεν θα είχε καταλάβει, τι ακριβώς εννοούσε ο Χριστός. Λέγοντας ο Χριστός «ύδωρ ζων» άνοιγε μπροστά της έναν άλλον ορίζοντα. 
Έναν απεριόριστο ορίζοντα, στον οποίο και θέλει τελικά να την τοποθετήσει. 
Δεν εννούσε κάποιο νερό που σβήνει οριστικά την σωματική δίψα, αλλά νερό που σβήνει την βαθύτερη υπαρξιακή δίψα του ανθρώπου και γίνεται πηγή ζωής. 
Νερό που ζωοποιεί τον άνθρωπο και αφανίζει τον θάνατο.

Η Σαμαρείτιδα νομίζοντας ότι κατάλαβε τα λόγια του Χριστού ζήτησε να της δώσει το περίεργο αυτό νερό, για να απαλλαγεί από το κοπιαστικό έργο της. «Κύριε, λέει, δώσε μου το νερό αυτό, για να μη διψώ και να μην έρχομαι εδώ να αντλώ νερό» [5].
Η γυναίκα νόμισε πως βρήκε μία εύκολη λύση στο καθημερινό πρόβλημά της.
Ο Χριστός της μίλησε για υπερφυσικό νερό, για πηγή που αναβλύζει αιώνια ζωή.
Εκείνη φαντάστηκε νερό φυσικό, που θα πιεί μία φορά και δεν θα ξαναδιψάσει ούτε θα χρειάζεται να πηγαίνει στο πηγάδι να το αντλήσει.
Δεν μπορούσε να εισέλθει στον απεριόριστο ορίζοντα που άνοιγε ο συνομιλητής της.

Όσο ο άνθρωπος βρίσκεται εγκλωβισμένος στην εγκοσμιότητα, δεν μπορεί να συλλάβει υπερβατικές αλήθειες. 
Μπορεί να ξαφνιάζεται η να εκπλήσσεται. Μπορεί να απορεί η να θαυμάζει. Μπορεί ακόμα να φαντάζεται απίθανα πράγματα η παράδοξες καταστάσεις. 
Παραμένει όμως προσκολλημένος στον αισθητό κόσμο, δεσμευμένος στην κοσμική νομοτέλεια, περιορίζεται στους κτιστούς ορίζοντες.
Κατατρύχεται με τα προβλήματα και τις ανάγκες της καθημερινότητας. 
Ο νούς του δεν ελευθερώνεται από αυτά. Δεν λειτουργούν οι πνευματικές του αισθήσεις. 
Ακόμα και όταν πληροφορείται για κάτι που υπερβαίνει την αισθητή αμεσότητα, το αντιλαμβάνεται κοσμικά, συναισθηματικά. 
Έχει αναζητήσεις, δοκιμάζει εκπλήξεις, αλλά κινείται πάντοτε μέσα στον ασφυκτικό χώρο και χρόνο. Σκέφτεται και ζει υποταγμένος στον νόμο της φθοράς και του θανάτου.

Το φράγμα, στο οποίο προσκρούει και σταματά κάθε σκέψη και ενέργεια του ανθρώπου, κάθε έκπληξη που δοκιμάζει η αποκάλυψη που συναντά, είναι σε τελική ανάλυση το φράγμα του θανάτου.

 Καμία αποκάλυψη, καμία επινόηση, καμία εφεύρεση, καμία τέχνη η επιστήμη δεν μπορεί να σπάσει το φράγμα αυτό.
 Όλα, όσα γίνονται γνωστά, αισθητά η προσιτά, περικλείονται στην προσκαιρότητα· «εντεύθεν» του φράγματος του θανάτου. 
Αν δεν υπερβεί ο άνθρωπος το φράγμα αυτό, αν δεν στραφεί προς την αιωνιότητα, αν δεν βρεί την οδό που οδηγεί «εκ του θανάτου εις την ζωήν», δεν μπορεί να συλλάβει και να οικειωθεί την αλήθεια [6].




Ο λόγος του Χριστού μετακίνησε την Σαμαρείτιδα σε άλλο επίπεδο.
Φανέρωσε μπροστά της μια νέα δυνατότητα, που δεν προσδιορίζεται από την λογική αναγκαιότητα. Της άνοιξε την προοπτική κατακόρυφης θέασης και αναφοράς.
Τότε η γυναίκα άφησε το βιοτικό πρόβλημα του νερού, ή ακριβέστερα το ξέχασε τελείως, όπως φαίνεται από την συνέχεια της αφηγήσεως, και ζήτησε να λύσει ένα άλλο πρόβλημα, να κορέσει μιαν άλλη δίψα, την μεταφυσική δίψα της.




Λέει: «Κύριε, βλέπω ότι είσαι προφήτης. Οι πατέρες μας λάτρεψαν τον Θεό στο βουνό αυτό, ενώ εσείς λέτε ότι τα Ιεροσόλυμα είναι ο τόπος, που πρέπει να λατρεύεται ο Θεός».

Και τότε δέχεται την μεγάλη αποκάλυψη: «Έρχεται ώρα, και ήδη ήρθε, που οι αληθινοί προσκυνητές θα λατρεύσουν τον Πατέρα «εν Πνεύματι και Αληθεία. 
Πνεύμα ο Θεός, και τούς προσκυνούντας αυτόν εν Πνεύματι και Αληθεία δει προσκυνείν». 
Ο άνθρωπος γίνεται αυτό που πιστεύει και λατρεύει. Όταν πιστεύει και λατρεύει «εν Πνεύματι και Αληθεία» τον Θεό, γίνεται και αυτός ως ένα βαθμό όμοιός του· γίνεται πνευματικός και αληθινός.

Τότε ξεπηδά η θρησκευτική πίστη της γυναίκας και λέει: «Ξέρω ότι θα έρθει ο Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός. Όταν έρθει εκείνος, θα μας τα εξηγήσει όλα». Και ο Ιησούς της λέει:
«Εγώ ειμί ο λαλών σοι».

Η αποκάλυψη που δέχθηκε η Σαμαρείτιδα συνέπεσε με μια έκπληξη που δοκίμασαν οι μαθητές του Χριστού, που έφτασαν τότε εκεί. Αυτοί απόρησαν, πώς ο Διδάσκαλός τους μιλούσε με την γυναίκα εκείνη. Και η έκπληξή τους αυτή ήταν ένα χρήσιμο «σημείο».
Ήταν μια προετοιμασία, που θα τους βοηθούσε να καταλάβουν ότι το Ευαγγέλιο που θα κηρύξουν υπερβαίνει και τα πιο αυστηρά φυλετικά, κοινωνικά και θρησκευτικά όρια.

Όσο ο άνθρωπος επιδίδεται στις βιοτικές του μέριμνες, μένει προσηλωμένος στα εγκόσμια και λησμονεί τις βαθύτερες ανάγκες του.
 Όταν όμως από κάποια αιτία ξυπνά η βαθύτερη πνευματική ανησυχία του και διαπιστώνει ότι βρίσκει την απάντηση στο λησμονημένο και συχνά απωθημένο υπαρξιακό ερώτημα της καρδιάς του, τότε λησμονεί τις καθημερινές ανάγκες του και απωθεί τις βιοτικές του μέριμνες.

«Άφησε η γυναίκα την στάμνα της εκεί, πήγε στην πόλη και είπε στους ανθρώπους.
Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έκανα στην ζωή μου. Μήπως αυτός είναι ο Μεσσίας;» Προφανώς η Σαμαρείτιδα είχε πεισθεί ότι αυτός είναι ο Μεσσίας. Αυτό άλλωστε ήθελε να αναγγείλει στους συμπολίτες της. Ήθελε να τους καταστήσει κοινωνούς της μεγάλης χαράς της. Αλλά και ως άνθρωπος θα ήθελε ίσως να επιβεβαιωθεί και από τους άλλους για την εκπλήρωση της κοινής προσδοκίας τους. Και η επιβεβαίωσή της αυτή έγινε με την εμπειρία που απεκόμισαν οι συμπολίτες της από την συνάντησή τους με τον Ιησού. Μοιρασμένη χαρά, διπλή χαρά. Χαρά που ανήκει σε όλους και στον καθένα
. «Ουκέτι δια την σην λαλιάν πιστεύομεν αυτοί γαρ ακηκόαμεν, και οίδαμεν ότι αυτός εστίν αληθώς ο Σωτήρ του κόσμου ο Χριστός».

Η πραγματική πίστη δεν στηρίζεται στην ακοή ή την πληροφορία αλλά στην προσωπική εμπειρία. «Γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος», λέει ο Ψαλμωδός. «Έρχου και ίδε», είπε ο Φίλιππος στον Ναθαναήλ». Αν δεν δεις τον Θεό μέσα στην ζωή σου, λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας, μην περιμένεις να τον δεις μετά τον θάνατό σου. Εδώ ετοιμάζονται τα πνευματικά αισθητήρια, με τα οποία γίνεται αισθητός ο Θεός και ο πλούτος της Βασιλείας του.

Ιδιαίτερα ο σύγχρονος άνθρωπος έχασε τα πνευματικά αισθητήριά του και παραμένει άσχετος προς την πνευματική πραγματικότητα.
 Έχασε εν πολλοίς και την αίσθηση της εκπλήξεως, της καθημερινής εκπλήξεως, γιατί μηχανοποίησε την ζωή του και την μετέτρεψε σε ανιαρή ρουτίνα.
 Όπως είναι ολέθριο για τον ιερέα να συνηθίσει την Θεία Λειτουργία και τις λατρευτικές τελετές που τελεί, έτσι είναι ολέθριο για τον κάθε άνθρωπο να συνηθίσει την καθημερινή ζωή του και να αδιαφορεί για τις ευκαιρίες και τις εκπλήξεις της.

Η ανθρώπινη ζωή είναι μία ισόβια λειτουργία. Και είναι γεμάτη με μικρότερες ή μεγαλύτερες εκπλήξεις, θετικές και αρνητικές· θετικές, που τις βλέπουμε πολλές φορές αρνητικά, αλλά και αρνητικές, που θα μπορούσαμε να τις δούμε και να τις ζήσουμε θετικά.

 Όποιος διατηρεί κάπως το «ύδωρ ζων», που ενσταλάχθηκε μέσα του κατά το Βάπτισμα, μπορεί να ζει την καθημερινότητά του δημιουργικά με όλες τις θετικές και τις αρνητικές εκπλήξεις της, ξεδιψώντας με το «ύδωρ ζων»· αφομοιώνοντας την αλήθεια της αιώνιας ζωής κα δίνοντας νόημα και περιεχόμενο στον προσκαιρότητα.

Το φρέαρ του Ιακώβου

1. Ιω. 4,9.
2. Ιω. 4,10.
3. Βλ. Ιω. 4,11-12.
4. Ματθ. 16,13-15.
5. Βλ. Ιω. 4,15.

6. «Μεταβήναι δεί πρώτον ημάς εκ του θανάτου εις την ζωήν, είθ’ ούτω δέξασθαι σπέρμα εν εαυτοίς άνωθεν του ζώντος Θεού». Συμεών Ν. Θεολόγου, Θεολογικός 2, 57-59, εκδ. J. Darrouzès, «Sources Chrétiennes», τομ. 122, Paris 1966, σ. 134.


https://www.pemptousia.gr/2019/05/i-sinantisi-me-ton-christo/
https://www.pemptousia.gr/2014/05/i-sinantisi-tou-christou-me-ti-samarit-2/





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ΕΠΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΟΥ ΣΕΠΤΟΥ ΣΚΗΝΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΑΒΒΑ

ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΤΕΧΘΗ

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Αρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου Δρ. Θεολογίας