ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Σήμερον ναός ο έμψυχος, τής αγίας δόξης, Χριστού τού Θεού ημών, η μόνη εν γυναιξίν, ευλογημένη Αγνή, προσφέρεται τώ Ναώ, τώ νομικώ κατοικείν εις τά Άγια, καί χαίρουσι σύν αυτή, Ιωακείμ καί η Άννα τώ πνεύματι, καί παρθενικαί χορείαι, τώ Κυρίω άδουσι ψαλμικώς μελωδούσαι, καί τιμώσαι τήν Μητέρα αυτού.
(Στιχηρά Εσπερινού)
Και να ένας άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε μπροστά της και της είπε: «Άννα, Άννα, ο Κύριος εισάκουσε τη δέηση σου, θα συλλάβεις και θα γεννήσεις και θα μιλούν για το σπέρμα σου σε όλη την οικουμένη».
Και η Άννα αποκρίθηκε: «Ζει Κύριος, ο Θεός μου, εάν γεννήσω, είτε αγόρι είτε κορίτσι, θα το προσφέρω ως δώρο στον Κύριο, τον Θεό μου, να τον υπηρετεί όλες τις ημέρες της ζωής του»
Εν τω μεταξύ συμπληρώθηκαν οι μήνες της και τον ένατο μήνα η Άννα γέννησε.
Ρώτησε τη μαία: «Τι γέννησα»; Και εκείνη της αποκρίθηκε: «Κορίτσι».
Είπε τότε η Άννα: «Η ψυχή μου σήμερα ευφράνθηκε όσο ποτέ άλλοτε» και την έβαλε στο κρεβάτι.
Μέρα με τη μέρα το κορίτσι μεγάλωνε και όταν έγινε έξι μηνών, την κράτησε η μητέρα της ορθια για να δει αν στέκεται.
Η Μαριάμ έκανε επτά βήματα και έπεσε στην αγκαλιά της. Την άρπαξε τότε η Άννα, τη σήκωσε υψηλά και είπε:
«Ζει Κύριος, ο Θεός μου δεν θα περπατήσεις στη γη, έως οτου σε οδηγήσω στο Ναό του Κυρίου». Και διαμόρφωσε στο υπνοδωμάτιο της ένα εξαγνισμένο χώρο, οπου τίποτε το μολυσμένο ή ακάθαρτο δεν επέτρεπε να περάσει.
Καθώς περνούσαν οι μήνες, το παιδί μεγάλωνε. Όταν έγινε δύο ετών, είπε ο Ιωακείμ στην Άννα: «Ας την οδηγήσουμε στο ναό του Κυρίου, για να εκπληρώσουμε την υπόσχεση που δώσαμε, μήπως μας στείλει ο Κύριος την οργή Του και δεν γίνει δεκτό τότε το Δώρο μας».
Η Άννα τότε απάντησε: «Ας περιμένουμε το τρίτο έτος, για να μην αποζητήσει το κορίτσι τον πατέρα ή την μητέρα».
Και o Ιωακείμ είπε: «Ας περιμένουμε».
Όταν έγινε τριών χρόνων το κορίτσι, είπε ο Ιωακείμ: «Προσκαλέστε τις αμόλυντες θυγατέρες των Εβραίων να πάρουν απο μια λαμπάδα, που θα κρατούν αναμμένη, ώστε να μην στραφεί το κορίτσι προς τα πίσω και μείνει αιχμάλωτη η καρδιά της μακριά απο το Ναό του Κυρίου».
Έτσι έκαναν, λοιπόν, ώσπου ανέβηκαν στο ναό του Κυρίου, όπου ο ιερέας την υποδέχτηκε, την ασπάστηκε, την ευλόγησε και είπε: «Ο Κύριος δόξασε το όνομα σου σε όλες τις γενιές. Μέσα από εσένα θα αποκαλύψει o Κύριος στις έσχατες ημέρες τη λύτρωση Του στους Ισραηλίτες».
Ο ιερέας την έβαλε να καθίσει στον τρίτο αναβαθμό του θυσιαστηρίου.
Ο Κύριος, ο Θεός, της έδωσε χάρη και χόρεψε (με τα πόδια της) και όλος ο λαός του Ισραήλ την αγάπησε.
Οι γονείς της επέστρεψαν γεμάτοι θαυμασμό και δοξάζοντας τον δεσπότη Θεό, γιατί η κόρη τους δεν στράφηκε προς τα πίσω.
H δε Μαρία ζούσε στο Ναό του Κυρίου τρεφόμενη σαν περιστέρι και έπαιρνε την τροφή της απο το χέρι αγγέλου.
Όταν έγινε δώδεκα ετών, έκαναν συμβούλιο οι ιερείς συζητώντας: «Να η Μαρία έγινε δωδεκαετής ζώντας στο Ναό του Κυρίου, τι να κάνουμε λοιπόν με αυτήν για να μην μολύνει τον ιερό χώρο του Κυρίου»; Και είπαν στον αρχιερέα: «Εσύ στέκεσαι μπροστά στο θυσιαστήριο του Κυρίου, είσελθε, λοιπόν, και ό,τι σου αποκαλύψει ο Κύριος αυτό θα κάνουμε».
Ο αρχιερεάς φόρεσε το δωδεκακώδωνο άμφιο εισήλθε στα άγια των αγίων και προσευχήθηκε για αυτήν.
Και να άγγελος Κυρίου του παρουσιάστηκε και είπε: «Ζαχαρία, Ζαχαρία, βγες έξω και συγκέντρωσε τους χήρους του λαού να φέρει ο καθένας ένα ραβδί και σε όποιον ο Κύριος δείξει κάποιο σημάδι, αυτού θα γίνει γυναίκα».
Βγήκαν οι κήρυκες σε όλη την περιοχή της Ιουδαίας, ήχησε η σάλπιγγα του Κυρίου και έτρεξαν όλοι.
(Απόσπασμα από το Πρωτευαγγέλιον Ιακώβου)
Ιδού η μεγαλύτερα θυσία, όπου να έγεινε προς τον Θεόν, αφού εκτίσθη ο κόσμος.
Μαρία, η αειπάρθενος κόρη, εις την ηλικίαν τριών χρόνων προσφέρεται να αφιερωθή προς τον Κτίστην, εις τον ναόν της Ιερουσαλήμ. Καθώς δεν εστάθη άλλο ένα τελειότερον πράγμα, έτσι δεν εστάθη άλλη μία τιμιωτέρα προσφορά και εις τον Θεόν πλέον ευπρόσδεκτος.
Όθεν, όταν εγώ με ευλαβητικήν θεωρίαν στοχάζομαι την σεβάσμιον ταύτην είσοδον, φαίνεται μοι να βλέπω ένδοξον αληθινά και λαμπράν πανήγυριν εδώ κάτω εις την γην, μέσα εις την αγίαν πάλιν άλλ' όμως και άλλην ενδοξοτέραν και λαμπροτέραν φαντάζομαι εκεί επάνω εις τον ουρανόν, μέσα εις τον παράδεισον.
Βλέπω εδώ να προπορεύωνται λαμπαδηφόροι παρθένοι, πανηγυρίζουσαι χαρμασύνως την αειπάρθενον και εκεί αστραπομόρφων αγγέλων ταξιαρχίαι να χορεύουσιν, υμνολόγουσαι φαιδρώς την εν σώματι καθαρωτέραν των Ασωμάτων.
Εδώ ο μέγας αρχιερεύς απλώνει τας ευλαβητικάς χείρας και, θεία επιπνοία εμφορηθείς, εισάγει μέσα εις τα άγια των αγίων την έμψυχον κιβωτόν τού αγιάσματος˙ και εις τον ίδιον καιρόν ανοίγει τους μακαρίους κόλπους ο προαιώνιος πατήρ και δέχεται εκ δεξιών τού θρόνου της θείας μεγαλειότητος τού υιού αυτού την προορισθείσαν μητέρα. Διπλή είναι η είσοδος της κεχαριτωμένης Θεόπαιδος· μία μεν ορατή εδώ εις το ιερόν, και άλλη νοερά εκεί εις τας λαμπρότητας των αγίων και δια τούτο, εδώ πλήρης θείας φωτοφανείας ακτινοβολεί ο ναός τού Σολομώντος, και εκεί διπλούν αστράπτει της τρισηλίου θεαρχικής αίγλης το τρισόλβιον φως· όθεν ίσως εις τούτο αφεώρα ο Ιεζεκιήλ, όταν έλεγε˙ «και είδον, και ιδού πλήρης δόξης ο οίκος Κυρίου»· ο οίκος Κυρίου, και επίγειος δηλαδή και ουράνιος. Όμως εγώ, φιλέορτοι ακροαταί, δεν θέλω σήμερον να στοχασθώ άλλο, ούτε εις την γην ούτε εις τον ουρανόν, παρά αυτήν την θοοχαρίτωτον Κόρην, την οποίαν, βλέποντας να εμβαίνη εις τον ναόν τού Θεού, την στοχάζομαι αληθινά ένα έμψυχον ναόν της Θεότητας, περί τού οποίου ημπορώ να ειπώ αρμοδιώτερον «και είδον, και ιδού πλήρης δόξης ο οίκος Κυρίου».
Και ο ναός τού Σολομώντος και ο,τι ευρίσκετο μέσα εις τον ναόν ιερόν και σεβάσμιον, όλα ήτον τύπος των προνομίων της παρθένου Μαρίας, η οποία αληθινά είναι ναός έμψυχος τού Θεού. Και πρώτον μεν αυτός ο Σολομών, οπού μεθερμηνεύεται βασιλεύς ειρήνης, ο κτίστης τού ναού, εις τού οποίου την οικοδομήν έβαλεν όλον του τον πλούτον και σοφίαν, δια να κάμη το μεγαλοπρεπέστατον και ωραιότατον έργον, οπού να εφαίνετο εις την γην, είναι εικών τού ουρανίου δημιουργού και παμβασιλέως Θεού, οπού λέγεται εν ταις Γραφαίς «άρχων ειρήνης», οπού, δά να πλάση την παρθένον Μαρίαν, επεχειρίσθη όλον τον πλούτον της θείας του παντοδυναμίας, της θείας του σοφίας, της θείας του αγαθότητος, δια να κάμη το τελειότερον και ευγενέστερον ποίημα εις την φύσιν των όντων.
Αυτή η Παρθένος το ομολογεί: «εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός· εποίησε κράτος εν βραχίονι αυτού»· οπού θέλει να ειπή: δια να την πλάση ο Θεός, έκαμε τόσον, όσον εδύνατο να κάμη ένας Θεός παντοδύναμος. Την έπλασε με ένα κάλλος σωματικόν, οπού παραβαλλόμενον, αυξάνει πολύ αυτό το κάλλος των άυλων πνευμάτων.
Με μίαν ψυχήν, σκεύος δεκτικόν όλων ομού των υπερφυών χαρισμάτων τού πνεύματος·
Με ένα νουν, φωτισμένον προς την γνώσιν της αληθείας, με όλας τας ακτίνας των θείων εκλάμψεων. Με θείαν θέλησιν, αναμμένην προς την έφεσιν τού αγαθού, με όλας τας φλόγας τού θείου έρωτος, οπού εστάθη ακατάπαυστα ενεργούν και συνεργούν το πανάγιον Πνεύμα.
Ο Ιερός Αυγουστίνος ονομάζει την πλάσιν της παρθένου: «έργον αϊδίου βουλής». Τούτος ο κόσμος, οπού βλέπομεν.......................
Πράγμα εξαίσιον εστάθη εις την οικοδομήν τού ναού˙ διατί λέγει «και ο οίκος εν τω οικοδομείσθαι αυτόν, λίθοις ακροτόμοις ολοκλή-ροις ωκοδομήθη˙ και σφύρα και πέλεκυς και παν σκεύος σιδήρου ουκ ηκούσθη», και τα εξής... Αλλά διατί τόση έξοδος και τόση επιμέλεια εις την οικοδομήν; διατί· και τα εξής...................
Αλλά πλέα εξαίσιον πράγμα εστάθη εις την Παρθένον, η οποία, επειδή και έμελλε να είναι (καθώς ψάλλει η Εκκλησία) ο καθαρώτα-τος ναός τού Σωτήρος, το ιερόν θησαύρισμα της δόξης τού Θεού, το κατοικητήριον της σεσαρκωμένης Θεότητος, το έμψυχον παλάτιον τού ουρανίου Βασιλέως, ήτον και κατά το σώμα και κατά την ψυχήν—λέγει ο θεολόγος — προετοιμασμένη, προκαθαρμένη, τετελειωμένη, κεχαριτωμένη. «Άνθρωπος Θεός κυηθείς εκ Παρθένου, και ψυχήν και σάρκα προκαθαρθείσης τω Πνεύματι»· εις τρόπον ότι η Παρθένος Μαρία, όταν έγεινεν από τον Θεόν, υπερέβη την φύσιν τού νόμου, και όταν εγέννησε τον Θεόν, υπερέβη τον νόμον της φύσεως. 1
Εννέα πράγματα ήτον μέσα εις τον ναόν τού Σολομώντος, τα ιερώτερα και σεβασμιώτερα·
πρώτον η Επτάφωτος λυχνία·
δεύτερον η τράπεζα της προθέσεως των άρτων
τρίτον το χρυσούν θυμιατήριον
τέταρτον, η στάμνος η χρυσή, όπου είχε το μάννα·
πέμπτον, αι πλάκες της Διαθήκης, όπου ήτον γραμμένος ο δεκάλογος·
έκτον, η ράβδος τού Ααρών, όπου εβλάστησεν
εβδομον, η κιβωτός·
όγδοον τα Χερουβίμ, όπου επεσκίαζον το Ιλαστήριον
και έννατον τα άγια των άγιων όλα τύπος, όλα αινίγματα και σκιαί των προνομίων της Θεομήτορος.
Αυτή ήτον όντως η επτάφωτος λυχνία των επτά χαρισμάτων τού αγίου Πνεύματος, με τα οποία έλαμπε — λέγει ο μέγας Αθανάσιος — από τους πρώτους χρόνους της ηλικίας.
Αυτή ήτον η ζωηφόρος τράπεζα του άρτου της ζωής. Αυτή το χρυσούν θυμιατήριον όπου εκράτησεν αφλέκτως το πυρ της Θεότητος. Αυτή η στάμνος η χρυσή, οπού εβάσταξε το ουράνιον μάννα. Αυτή η πλάκα, οπού έφερε σωματούμενον τον ενυπόστατον Λόγον. Αυτή η ράβδος, όπου εβλάστησε παραδόξως το άνθος της αφθαρσίας. Αυτή η κιβωτός, οπού έσωσεν εκ τού κατακλυσμού της αμαρτίας το ανθρώπινον γένος. Αυτή το θείον ιλαστήριον, οπού επεσκίαζεν, όχι τα Χερουβίμ, άλλ' αυτή η δύναμις τού Υψίστου. Αυτή η θεοδόχος γαστήρ, τα όντως άγια των αγίων, οπού άπαξ εισήλθεν ασπόρως και εξήλθεν αφθόρως ο αθάνατος Αρχιερεύς, όταν ο Λόγος σαρξ εγένετο.
Και ιδού η Παρθένος Μαρία, ναός έμψυχος τού Θεού, τον οποίον επροεικόνιζε τυπικώς εκείνος τού Σολομώντος· όθεν και η δόξα εκείνη, οπού επλήρωσε μετά την καθιέρωσιν τον ναόν τού Σολομώντος, αίνιγμα μόνον αμυδρόν ήτον της απειρουσίου δόξης, οπού επλήρωσε την Θεομήτορα, περί της οποίας προφητικώς το Πνεύμα το άγιον προανεφώνησε˙ «και είδον, και ιδού πλήρης δόξης ο οίκος Κυρίου».
Διατί, τριών χρόνων ούσα η Παρθένος, εισήλθεν εις τον ναόν; εις τους τρεις χρόνους, γνωρίζεται το μέγεθος της ηλικίας τού ανθρώπου˙ όστις, όσος είναι εις τους τρεις χρόνους, δύο φοραίς τόσον ακόμη αυξάνει και όχι περισσότερον ή ολιγώτερον το σημειώνει ο μέγας Βασίλειος εις την εξαήμερον: «όσος εν τη τριετία, δις τοσούτος έσται» Τριών χρόνων ήτον η Παρθένος και είχε τόσην αγιότητα οπού ενομίσθη αξία να εισέλθη εις τα άγια των αγίων, όπου δεν εισέβαινε τινάς άλλος, παρά μόνος ο Αρχιερεύς, και τούτος μίαν φοράν τον χρόνον λοιπόν από τούτο απεικάζομεν, πως η Παρθένος με τον καιρόν έμελλε να αυξήση δύο φοραίς τόσον ακόμη εις την αγιότητα˙ ήγουν, καθώς ούσα τριών χρόνων υπερέβαινεν εις την αγιότητα όλους τους δικαίους και προφήτας και πατριάρχας τού παλαιού νόμου· έτσι έμελλε να αυξήση άλλο τόσον εις την αγιότητα, άλλο τόσον να υπερέβη όλους τους Αποστόλους και μάρτυρας και οσίους και διδασκάλους της Εκκλησίας· Και πάλιν άλλο τόσον να υπερέβη όλους και Αγγέλους και Αρχαγγέλους και Σεραφείμ και Χερουβείμ του ουρανού. Όθεν, αν τριών χρόνων έφθασεν έως εις τα άγια των αγίων τού ναού, έως τέλους θέλει φθάσει έως εις τα άγια των αγίων τού παραδείσου˙ Έως δηλαδή εις αυτόν τον θρόνον της τρισηλίου Θεότητός. Και εδώ αληθινά την προείδεν ανεβασμένην ο προφητάναξ Δαυίδ: «παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου»· και τούτο είναι το σωστόν μέγεθος της αγιότητας, οπού έλαβεν η Παρθένος, ο έμψυχος ναός τού Θεού˙ πλήρης χάριτος εδώ εις την γην, πλήρης δόξης εις τον ουρανόν «και είδον, και ιδού πλήρης δόξης ο οίκος Κυρίου».
Αλλά εσύ, δεδοξασμένη Παρθένε, εσύ εμβαίνεις σήμερον εις τον ναόν τού Θεού, ο έμψυχος ναός τού Θεού· εμβαίνεις εις τα άγια των αγίων, το ηγιασμένον σκήνωμα τού Υψίστου·
εμβαίνεις εις το ιλαστήριον τού Κυρίου, ο ιλασμός των ψυχών ημών˙ και ημείς, ωσάν αι λαμπηδοφόροι Παρθένοι, με καρδίας αναμμένος από ευλάβειαν, σε δορυφορούμεν νοερώς και πανηγυρίζομεν εν αγαλλιάσει πνευματική τα ένδοξά σου εισόδια.
(Ηλία Μηνιάτη Επισκόπου Κερνίκης και Καλαβρύτων 1669-1714 egolpion.com )
Παρέμεινε στα Άγια των αγίων, στο πιό βαθύ σημείο και την έτρεφε και την πότιζε με αμβροσία και νέκταρ άγγελος, ώσπου έφτασε στο δεύτερο στάδιο της ηλικίας της.
Τότε ύστερα από φώτιση του Θεού συσκέπτονται οι ιερείς και αποφασίζουν να την δώσουν με κλήρο σε κάποιον.
Από την κλήρωση βγαίνει ο δίκαιος Ιωσήφ, ο οποίος την παραλαμβάνει κατ’ οικονομίαν από τους ιερείς του ναού του Θεού, για να δελεάσει το πρωταίτιο του κακού φίδι, δηλαδή τον διάβολο, και να μη προσβάλει αυτός την αμόλυντη κόρη που ήταν παρθένος, αλλά να τον παρακάμψει παίρνοντάς την ως μνηστή.
Ο δημιουργός Θεός την προστάτευε όσο κατοικούσε στο σπίτι του μαραγκού Ιωσήφ και μέχρις ότου εκπληρώθηκε σ’ αυτήν το κρυμμένο σ’ όλους τους αιώνες θείο μυστήριο και ο Θεός διά της Θεοτόκου ομοιώθηκε με τους ανθρώπους.
Πορεύσου λοιπόν, Δέσποινα, μητέρα του Θεού. πορεύσου σ’ αυτό για το οποίο εκλέχτηκες, μείνε στον χώρο του Κυρίου σκιρτώντας και χαίροντας, καθώς θα τρέφεσαι και θα μεγαλώνεις, περιμένοντας υπομονετικά την έλευση του αγίου Πνεύματος σε σένα και την επίσκεψη της δυνάμεως του Υψίστου και τη σύλληψη του Υιού σου, όπως θα σε προσφωνήσει ο Γαβριήλ.
Χάρισε σ’ αυτούς που τιμούν την εορτή σου τη βοήθειά σου, τη σκέπη και την προστασία σου, γλίτωνε αυτούς πάντοτε με τις πρεσβείες σου από κάθε ανάγκη και κίνδυνο, από ασθένειες και δεινά και κάθε είδους συμφορές και από τη μελλοντική δίκαιη οργή του Υιού σου. Τοποθέτησέ τους, σαν μητέρα του Δεσπότη που είσαι, σε τόπο τρυφής, εκεί όπου κυριαρχεί το φως και η ειρήνη και ικανοποιούνται όλες οι επιθυμίες. «Ας γίνουν άλαλα τα δόλια χείλη, που λαλούν εναντίον σου, της δίκαιης, με ανομία, αλαζονεία και περιφρόνηση». Ας σβήσει η εικόνα των ανόμων στην πόλη σου, ας ντραπούν, ας λείψουν κι ας χαθούν κι ας μάθουν ότι το όνομα σου είναι Δέσποινα, αφού μόνον εσύ, Θεοτόκε, είσαι πάνω από καθετί σ’ όλη τη γη.
Εμείς όμως, θεόνυμφη, με πίστη σε ευλογούμε, με πόθο σε δοξάζουμε, με σεβασμό σε προσκυνούμε, πάντοτε σε μεγαλύνουμε και με σεβασμό σε μακαρίζουμε. Μακάριος είναι πραγματικά απ’ όλους τους άνδρες ο πατέρας σου και μακαρία απ’ όλες τις γυναίκες η μητέρα σου, μακαρία η γενιά σου, μακάριοι οι γνωστοί σου κι όσοι σε είδαν, μακάριοι όσοι ήλθαν σε επαφή μαζί σου κι όσοι σε υπηρέτησαν, μακάριοι οι τόποι όπου πάτησες, μακάριος ο ναός όπου σε αφιέρωσαν, μακάριος ο Ζαχαρίας που σ’ αγκάλιασε, μακάριος ο Ιωσήφ που σε μνηστεύθηκε, μακαρία η κλίνη κι ο τάφος σου, γιατί εσύ είσαι η υψίστη τιμή και η δόξα και η ανώτατη ανύψωση στους ανθρώπους.
Δέσποινά μου, η μοναδική μου θεϊκή παρηγοριά, η θεϊκή δροσιά στο καμίνι της ψυχής μου, η θεόσταλτη δροσερή σταγόνα στην κατάξερη καρδιά μου, το δυνατό φως της σκοτεινής ψυχής μου, ο καθοδηγητής της πορείας μου, η δύναμη της αδυναμίας μου, η στολή της γύμνιας μου, ο πλούτος της φτώχειας μου, η θεραπεία των ανίατων τραυμάτων μου, το σταμάτημα των δακρύων μου, η κατάπαυση των στεναγμών μου, η μεταμόρφωση των συμφορών μου, η ανακούφιση των πόνων μου, η λύτρωση των δεσμών μου, η ελπίδα της σωτηρίας μου, εισάκουσε τις προσευχές μου, σπλαχνίσου τους στεναγμούς μου και δέξου τα δάκρυά μου. Ελέησέ με υποχωρώντας στα δάκρυά μου, σπλαχνίσου με σαν μητέρα του φιλάνθρωπου Θεού. Ρίξε το βλέμμα σου με κατανόηση στην ικεσία μου, εκπλήρωσε την πολύ μεγάλη επιθυμία μου και ένωσέ με μέ τη συγγενή μου και σύνδουλο στη χώρα των πραέων, στις σκηνές των δικαίων και στον χορό των αγίων.
Αξίωσέ με, σε παρακαλώ, συ που είσαι η προστάτης όλων, η χαρά τους, η μεγάλη ευφροσύνη τους, να ευφραίνομαι κι εγώ σε κείνη την πραγματικά ανέκφραστη χαρά, που θα προκύψει από τον Θεό και Βασιλέα που θα γεννηθεί από σένα και να εισέλθω στον άφθαρτο νυμφώνα του, στην ατέλειωτη που δεν χορταίνει ποτέ κανείς τρυφή και στην απέραντη και αιώνια βασιλεία του. Δέσποινα, συ που είσαι η καταφυγή μου, η ζωή και η βοήθειά μου, το όπλο μου και το καύχημά μου, η ελπίδα και η δύναμή μου, βοήθησέ με μαζί μ’ αυτήν να απο¬λαύσω τις ανέκφραστες και ακατάληπτες δωρεές του Υιού σου στην επουράνια κατοικία. Γνωρίζω πως έχεις βοηθό στη θέλησή σου τη δύναμη σαν μητέρα του Υψίστου και γι’ αυτό τολμώ. Ας μην στερηθώ, πανάχραντη Κυρία, την ικανοποίηση της προσδοκίας μου, ας την πετύχω θεόνυμφη, συ που γέννησες υπερφυσικά την προσδοκία όλων μας, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, τον αληθινό Θεό και Δεσπότη, στον οποόο ανήκει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον άναρχο Πατέρα και το ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και σ’ όλους τους αιώνες. Αμήν.
(Αγίου Γερμανού Α΄, Αρχιεπισκόπου Κων/πόλεως -Θεομητερικόν)
Η εορτή τών Εισοδίων τής Θεοτόκου είναι καί μεγάλη γιορτή.
Καί είναι μεγάλη γιορτή, διότι προεικονίζει τό γεγονός τής ελεύσεως τού Κυρίου καί υπογραμμίζει τήν ελπίδα τής εκ Θεού σωτηρίας.
Κοντάκιον. Ηχος δ”. ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ο καθαρώτατος ναός του Σωτήρος, η πολυτίμητος παστάς και Παρθένος, το ιερόν θησαύρισμα της δόξης του θεού, σήμερον εισάγεται, εν τω οίκω Κυρίου, την χάριν συνεισάγουσα, την εν Πνεύματι θείω” ην ανυμνούσιν Άγγελοι θεού” αύτη υπάρχει σκηνή επουράνιος.
Η Παναγία, ο τελείως καθαρός ναός του Σωτήρος Κυρίου και το πλέον πολύτιμο νυφικό δωμάτιο μα συγχρόνως και παρθένος, αλλά ο ιερόςθησαυρός της δόξης του Θεού, σήμερα αφιερώνεται και εισέρχεται στον οίκο του Κυρίου, φέρνοντας μαζί της τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος για τους ανθρώπους. Αυτήν την ανυμνούν οι άγγελοι του Θεού, γιατί αυτή είναι η επουράνια σκηνή του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου