Περί της εις Αίγυπτον φυγής της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Περί της εις Αίγυπτον φυγής της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Όταν εγεννήθη ο Χριστός και έφυγεν ο Ιωσήφ μετά της
Θεοτόκου και του βρέφους
είς την Αίγυπτον, κατά την προσταγήν του Αγγέλου, τότε
λέγω, παραλαβών ο Ιωσήφ την μητέρα και το βρέφος,επορεύοντο την οδόν, και
πλησιάσαντες είς Αίγυπτον επείνασαν ο΄τε Ιωσήφ και η Θεοτόκος .
Ευθύς δε
θεωρούσι φοινικέαν με καρπόν πάνυ ωραίον.
Τότε η
Θεοτόκος λέγει τη φοινικέα :
Κλίνον,
δένδρον μου καλόν , και χάρισόν μοι εκ του σου ωραιοτάτου καρπού.
Ευθύς δε συν
τω λόγω της Θεοτόκου έκλινε το δένδρον και λαβόντες εκ του καρπού συν τω Ιωσήφ
όσον ήθελον, πάλι έστρεψε το δένδρον είς
τον τόπον αυτού ως το πρότερον.
Συνερχόμενοι
δε έμπροσθεν απήντησαν τούτον τον ληστήν, ήγουν τον Δημάν, ο οποίος ιδών την
Θεοτόκον, εξέστη του κάλους Αυτής ως γαρ αστραπή ή εξ ουρανού λάμπουσα, ούτως
εφαίνετο η Θεοτόκος και το βρέφος Αυτής εν ταις αγκάλαις βασταζόμενον.
Ο δε ληστής
ελθών μετά φόβου και τρόμου προσεκύνησε την Θεοτόκον και λέγει αυτή : κατ΄αλήθειαν, εάν και ο Θεός είχε μητέρα
ήθελον ειπεί ότι Συ εί.
Προσκαλέσας δε αυτήν ομού με τον Ιησούν έφερεν αυτούς είς
τον οίκον αυτού και φιλοξένησον Αυτούς όσον δύνασαι καλώς, έως να επιστρέψω
καγώ από το κυνήγιον, ότι κατά το φαινόμενον από ευγενεστάτης γενεάς υπάρχει αύτη η Κυρία μου και Δέσποινα.
Και ούτως ο
μεν ληστής απήλθεν είς το κυνήγιον, η δε γυνή αυτού ποιήσασα θερμόν έλουσε το
βρέφος της Παναγίας, από δε του αποπλύματος έλουσε και το βρέφος αυτής ό είχε,
ήν γαρ το βρέφος εκείνο λεπρόν εκ γεννήσεως, δια τούτο ούκ επαύετο κλαίειν
ημέρας και νυκτός.
Ως δε έλουσε
αυτό, ευθύς έπεσεν απ΄αυτού η λέπρα και πάσα ασθένεια ήν είχε, και έπαυσεν του
κλαίειν.
Ελθόντος ουν
του ληστού από το κυνήγιον ητοίμασαν τράπεζαν φιλοξενήσαντες εντίμως την
Δέσποιοναν.
Καθημένων δε
και εσθιόντων, λέγει ο ληστής τη εαυτού συζύγω: που έστι το τέκνον ημών; Και εκείνη
είπεν αυτώ τα
συμβάντα και ότι δια τούτο ειρηνεύει το τέκνον ημών, το πρώην ανήσυχον, χάριτι
θεία.
Είτα δε
λέγει πάλιν προς αυτόν η γυνή αυτού.
Εγώ μοί
φαίνεται, αύτη η ευγενής Κυρία και Δέσποινα, ότι είνε χαριτωμένη από τον
Ύψιστον Θεόν, και ότι δι Αυτής το τέκνον μας εγένετο χαροποιόν και υγιές,
εξέστη του θαύματος, και λέγει τη γυναικί αυτού τη αληθεία, ως νομίζω η Κυρία
αύτη και Δέσποινα πολλάς ευχάς έχει από τον Ύψιστον Θεόν.
Είτα
προσκυνήσαντες αυτήν και πολλά ευχαριστήσαντες, εποίησαν εις αυτήν όσα ηδύναντο
εν όσω καιρώ η Θεοτόκος έμεινες είς την Αίγυπτον.
Μετά δε το
επιστρέψαι πάλιν η Θεοτόκος μετά του Ιωσήφ και του βρέφους είς Ιερουσαλήμ, ο αυτός ληστής συνώδευσεν
αυτούς μετά πάσης χαράς και τιμής, έως ου απεράσαντες τους κακούς τόπους ήλθον
εις τους καλούς, και τότε ο ληστής ούτος εποίησεν μετάνοιαν εις την Θεοτόκον
δια να επιστρέψη εις τον οίκον αυτού, αποχαιρετήσας Αυτήν με υπέρτιμον ευχαριστίαν.
Η δε
Θεοτόκος ανταπεκρίθη αυτώ: ύπαγε, ύπαγε έν ειρήνη, και ποτέ καιρόν ανταμοιβήν
σοί ποιήσω τον μισθόν διά τα οποία εποίησας ημίν.
Δια ταύτα λοιπόν και ηξιώθη εις αυτό
τούτο δια της χάριτος του ελεήμονος Χριστού και της αυτού Μητρός, το να
μαρτυρήση εις τον Σταυρόν συν τω Χριστώ.
Έφη γαρ αυτός
τω ‘Ιησού. Μνήσθητί μου. Κύριε όταν
έλθης έν τη βασιλεία σου.
Ο δε Ιησούς
είπεν αυτώ, αμήν λέγω σοι, σήμερον έσει
μετ εμού εν τω Παραδείσω.
Ο ληστής είναι ο πρώτος κάτοικος του παραδείσου.
<< Αβερκίου Ιερομονάχου Αγειορίτου >>
απόσπασμα από : Ιστορία ακριβής περί των κατά την Σταύρωσιν και Ανάστασιν του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού τελεσθέντων, 1896
«Σημειούμεν δε ενταύθα τα χαριέστατα και αξιοσημείωτα ταύτα.
Δηλαδή ότι ο Kύριος φεύγωντας εις την Aίγυπτον, όχι μόνον τα είδωλα εκείνης συνέτριψε, αλλά και τα φυτά έκαμε να τον προσκυνήσουν.
<< Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης >>
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου